Τσουκνίδα
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Τσουκνίδα ανήκει στο γένος των αγγειόσπερμων φυτών ούρτικα και στην οικογένεια κνιδίδες. Πρόκειται για μονοετές ή πολυετές, ποώδες, αυτοφυές φυτό, με 40 περίπου είδη παγκοσμίως. Ο βλαστός της φτάνει σε ύψος το 1 μέτρο ενώ τα άνθη της είναι μικρά και άοσμα. Ολόκληρο το φυτό καλύπτεται από αδενώδεις τρίχες που κατά την επαφή τους με το δέρμα προκαλούν φαγούρα, πολλές φορές έντονη, τσούξιμο και κοκκινίλα σαν τσίμπημα κουνουπιού, ενώ σπανιότερα αλλεργικές διαταραχές. Αυτό οφείλεται σε ένα δηλητηριώδες υγρό, που περιέχουν οι λεπτές βελόνες του φυτού στη σύσταση του οποίου υπάρχει μυρμηκικό οξύ, ακετυλοχολίνες και ισταμίνες, οι οποίες όμως βελόνες καταστρέφονται με το βράσιμο ή το ψήσιμο. Το πιο δηλητηριώδες είδος τσουκνίδας είναι το γνωστό με την ονομασία φύλλο του διαβόλου που βρίσκεται στη νήσο Τιμόρ.
Οι τσουκνίδες ουσιαστικά είναι ζιζάνια, όμως σε μερικές περιοχές κάποια είδη έχουν μεγάλη οικονομική σημασία. Για παράδειγμα, από ένα είδος τσουκνίδας στην Ασία λαμβάνονται κλωστικές ίνες από τον βλαστό για την παραγωγή υφασμάτων ενώ αποξηραμένες τσουκνίδες δίνονται σαν τροφή σε ζώα.
Η τσουκνίδα είναι πλούσια σε μεταλλικά άλατα: ασβέστιο, χαλκό, χλώριο, κάλιο, πυρίτιο, νάτριο, σίδερο. Το αφέψημα του είδους urens, που βρίσκεται και στην Ελλάδα είναι εξαιρετικό διουρητικό και κατά της πέτρας της χολής, ενώ ο χυμός των σπόρων του σταματά την αιμορραγία. Σύμφωνα με ορισμένους βοτανολόγους βοηθά στην αντιμετώπιση δερματικών εκζεμάτων, συμβάλλει στην μείωση του ουρικού οξέος και γενικώς συμβάλλει στην καλή κυκλοφορία του αίματος.
Περιέχονται πληροφορίες για ιατρικά θέματα. Δείτε την προειδοποίηση για ιατρικά άρθρα. |