Καουτσούκ
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το καουτσούκ είναι ένα φυσικό προϊόν που προερχεται ακατέργαστο από διάφορα τροπικά φυτά. Λέγεται και ελαστικό κόμμι. Η λέξη καουτσούκ σημαίνει ξύλο που ρέει, σε μια διάλεκτο των ιθαγενών του Ισημερινού. Το καουτσούκ είναι ακόρεστος υδρογονάνθρακας με μοριακό βάρος πάνω από 100.000. Είναι πολυμερές του ισοπρένιου. Το παίρνουμε από το Latex (ελαστικό γαλάκτωμα), που τρέχει από δέντρα των φυτειών της Άπω Ανατολής.
Το ακατέργαστο καουτσούκ είναι στερεό και περιέχει υδρογονάνθρακα σε ποσοστό 75%. Το συνθετικό καουτσούκ είναι ένα είδος καουτσούκ που παρασκευάζεται συνθετικά. Έχει τις ίδιες χημικές και φυσικές ιδιότητες και την ίδια σύσταση με το φυσικό καουτσούκ. Το τεχνητό καουτσούκ παρασκευάζεται με διάφορες πρώτες ύλες. Έχει παραπλήσιες ιδιότητες με το φυσικό καουτσούκ, αλλά διαφορετική σύσταση. Λένε πως ο Χριστόφορος Κολόμβος ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που γνώρισε το καουτσούκ. Στο ταξίδι του στην Αμερική είδε τους ιθαγενείς της Αϊτής να χρησιμοποιούν μπάλες ελαστικές (15ος αιώνας).
Αργότερα διάφοροι επιστήμονες ασχολήθηκαν με το καουτσούκ, μελέτησαν τους τρόπους κατεργασίας του και τις εφαρμογές του. Ένας μεγάλος αριθμός από φυτά περιέχει καουτσούκ. Τέτοια φυτά είναι η λανδολφία, ο πράσινος χηλόκαρπος, η βραζιλιανή και η γουιανική εβέα, η αφρικανική καξία κλπ. Κοντά στις φυτείες των φυτών αυτών υπάρχουν εργοστάσια παραλαβής και κατεργασίας του καουτσούκ. Η εργασία αυτή γίνεται ως εξής: Η φλούδα των φυτών χαράζεται κι εκκρίνεται ο «οπός» (γαλάκτωμα) με το καουτσούκ. Συγκεντρώνουν τον οπό με προσοχή και τον καθαρίζουν με ειδικά κόσκινα. Κατόπιν τον υποβάλλουν σε θρόμβωση μέσα σε δεξαμενές, όπου σαν μέσο θρόμβωσης χρησιμοποιείται το μυρμηκικό ή οξικό οξύ. Στη συνέχεια ο θρομβωμένος οπός υποβάλλεται σε έκπλυση και πίεση. Τέλος ξεραίνεται, είτε με θερμό αέρα είτε σε συνηθισμένη θερμοκρασία.
Έτσι γίνεται το ακατέργαστο καουτσούκ, το λάστιχο. Αυτό χρησιμοποιείται μόνο στην κατασκευή πελμάτων των υποδημάτων. Δεν έχει μεγάλη εφαρμογή, γιατί είναι σκληρό και έχει μικρή ελαστικότητα. Όταν θερμανθεί λιώνει, όταν ψυχτεί χάνει την ελαστικότητα του. Για να χαθούν αυτά τα μειονεκτήματα και για ν' αποκτήσει ελαστικότητα και αντοχή, υποβάλλεται σε ειδική κατεργασία που λέγεται βουλκανισμός. Έτσι δίνει προϊόντα με καλές ιδιότητες που έχουν ποικίλες εφαρμογές.
Ο βουλκανισμός γίνεται με ειδική ανάμειξη θειαφιού, ενώσεων θειαφιού και άλλων, σε διάφορους βαθμούς θέρμανσης και με αλλεπάλληλες εξατμίσεις. Έτσι το καουτσούκ αποκτά την ιδιότητα να μη σκληραίνει με τη ψύξη, να μη λιώνει με τη θέρμανση και να έχει αντοχή μεγαλύτερη από το ακατέργαστο. Ο βουλκανισμός έχει ποικίλες μορφές, ανάλογα με τη χρήση και τα αντικείμενα που θα γίνουν με το καουτσούκ. Για να χρωματιστεί το καουτσούκ και για να γίνει πλαστικό, προσθέτουν και διάφορες άλλες κατάλληλες ουσίες. Με περισσότερη πρόσμειξη θείου και ψηλή θερμοκρασία γίνεται ο σκληρός εβονίτης.
Σήμερα, το καουτσούκ των φυτειών (φυσικό) συναγωνίζεται το συνθετικό, για λόγους οικονομικούς και τεχνικούς. Παρασκευάζονται 4 τύποι συνθετικού:
- Το καουτσούκ τύπου Buna-s. Παρασκευάζεται με βουταδιένιο και στυρόλιο και είναι το περισσότερο χρησιμοποιημένο απ' όλους τους τύπους.
- Το καουτσούκ τύπου Buna-N.
- Το καουτσούκ βουτυλίου.
- Το νεοπρένιο.
Βέβαια οι εντατικές έρευνες που γίνονται στον τομέα αυτό, θα οδηγήσουν στο μέλλον σε πολλά νέα προϊόντα.
[Επεξεργασία] Χρήσεις
Οι εφαρμογές του καουτσούκ είναι πολλές. Η κυριότερη είναι στην κατασκευή ελαστικών για αυτοκίνητα. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή αποσβεστήρων (γόμες), υποδημάτων και μονωτικών συρμάτων. Με καουτσούκ γίνονται τα αδιάβροχα αντικείμενα, τα αντικείμενα από εβονίτη, επενδύσεις πατωμάτων, είδη υγιεινής, παιχνίδια κ.ά. Επίσης βρίσκει εφαρμογή στη βιομηχανία των υφαντικών υλών, για την κατασκευή ελαστικών υφασμάτων. Το βουλκανισμένο καουτσούκ το χρησιμοποιούσαν παλιά στην οδοντιατρική για σφραγίσματα δοντιών. Σήμερα όμως έχει αντικατασταθεί με τις ακρυλικές ρητίνες.
LP | Το περιεχόμενο του άρθρου βασίζεται σε αντίστοιχο άρθρο της Live-Pedia δημοσιευμένο με την GFDL. (ιστορικό). |