Πεσκέσι
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το πεσκέσι (τουρκ. peşkeş) είναι τούρκικη λέξη που σημαίνει δώρο, συνήθως γλυκά ή πιοτό.
Η λέξη αυτή έχει περάσει στις δημώδεις ελληνικές εκφράσεις με σημασία του απροσδόκητου και του ανέλπιστου. Λέγεται όμως πολλές φορές και σκωπτικά: "του πήγε πεσκέσι" ή "του ΄ρθε πεσκέσι" ή "του ΄δωσε τη κλήση πεσκέσι".